Η Μαριανίνα Κριεζή μας άφησε για τα «ήσυχα βράδια»

Η Μαριανίνα Κριεζή μας άφησε για τα «ήσυχα βράδια», κάπου ανάμεσα στην «φτηνή ποπ και το ακριβό έντεχνο»

Χθες η είδηση του θανάτου της στιχουργού Μαριανίνας Κριεζή μας υπενθύμισε το μεγάλο και πολυσχιδές έργο της. Από την αρχή με την «Λιλιπούπολη» για μικρά και μεγάλα παιδιά στο Τρίτο Πρόγραμμα του Μάνου Χατζηδάκι και τον ηλεκτρονικό ήχο του «Σαμποτάζ» της Λένας Πλάτωνος, μεταπηδούσε ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς σε διαφορετικά είδη μουσικής, πότε «εναλλακτικά» και πότε λαϊκά. Με τα λόγια της ίδιας: «Πρέπει πλέον να καταλάβουνε ότι δεν υπάρχει φτηνή ποπ και ακριβό έντεχνο. Πρέπει να καταλάβουνε ότι η μάζα, όσο κακόγουστη κι αν είναι, το καινούργιο θα το δεχτεί.»

Στράτος Διονυσίου με το «Ένα λεπτό περιπτερά», Αρλέτα με τα «Ήσυχα βράδια», Μιχάλης Χατζηγιάννης με το «Δεν έχω χρόνο», Δήμητρα Γαλάνη, Ελένη Δήμου και άλλοι είναι ενδεικτικά κάποιες συνεργασίες ανά τα χρόνια που αναδεικνύουν το δημιουργικό της εκτόπισμα.
«Σήμερα σχεδόν όλα τα ραδιόφωνα παίζουν play-list. Αυτό είναι σαν να τσιμεντώνεις ρυάκια σε εποχή ανομβρίας. Είναι ένα τέρας. Κανείς δεν το καταλαβαίνει, αλλά είναι ένα μικρό τέρας. Αυτή η χώρα δεν εκφράζεται ελεύθερα πια. Δεν κατεβαίνει στους δρόμους. Την εμποδίζουν τα καγκελάκια του Αβραμόπουλου. Τη συγκρατούν στο πεζοδρόμιο.»

Κοινό χαρακτηριστικό της γραφής της ήταν αυτή η νοσταλγική (πια) γλυκύτητα για το «κλείνον άστυ», αυτή η «ρομαντικοποίηση» της μητροπολιτικής αίσθησης, που την υπηρέτησε με ταπεινότητα σε κάθε είδος. Δεν είναι υπερβολή ότι στην αρχή της μεταπολίτευσης, μαζί με τον Μάνο Χατζηδάκη και τον Διονύση Σαββόπουλο (παρά την όποια τελική και αντιφατική πορεία του), έθεσαν τις βάσεις για το «εναλλακτικό» και «έντεχνο» είδος του σήμερα, ενώ καθόρισαν συνολικά την ελληνική μουσική.

«Γράφω ακόμα. Το κακό είναι ότι μετά δεν ξέρω τι να τα κάνω αυτά που γράφω. Όταν έκανα τη «Σερενάτα», με φωνάζανε και μου ζητάγανε να γράψω κάτι σαν τη «Σερενάτα». Δηλαδή να γράψω για μια αγελάδα, μια καμηλοπάρδαλη ή κάποιο άλλο μέλος του ζωικού βασιλείου. Και με το γκάου πώς να τα βάλεις;
– Δεν ξέρω.
– Ούτε εγώ.»
~Αποσπάσματα από την συνέντευξη στην Lifo το 2006.

Scroll to Top